Πάντα θα σε ζητώ. Θα γυρνάω τον χρόνο πίσω για να σε συναντήσω ξανά. Να θυμηθώ το πρώτο μας φιλί, την πρώτη μας αγκαλιά, το πρώτο «Σ’αγαπώ» που είπαμε. Να θυμάμαι αυτά τα «Για πάντα» που λέγαμε και τελικά δεν άντεξαν για πολύ, ίσως να ήταν λόγια της στιγμής, λόγια που δεν εννοούσαμε πραγματικά.

Πάντα θα σε ψάχνω στις παλιές φωτογραφίες που βγάζαμε γελώντας χωρίς να ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει το μέλλον, ζούσαμε την κάθε στιγμή σαν να ήταν η τελευταία μας. Πάντα θα σε αναζητώ στους αμέτρητους προορισμούς που εξερευνήσαμε μαζί, στα κρυμμένα στενά της πόλης που όταν δεν μας έβλεπε κανείς σε φιλούσα και μου έλεγες πως είμαι η ζωή σου, πως χωρίς εμένα δεν θα μπορούσες να ζήσεις.

Δεν προσπαθήσαμε να κρατήσουμε αυτό που μας έδενε, η αγάπη από μόνη της δεν ήταν αρκετή για να μας κρατήσει μαζί. Ήμασταν μια φλόγα που με τον καιρό έχανε την δύναμη της σε κάθε εμπόδιο, σε κάθε τσακωμό γινόταν όλο και πιο αδύναμη, μέχρι που έσβησε και έμειναν δυο καρδιές να προσπαθούν να ξαναβρούν τον χτύπο τους.

Πως γίνεται την μια στιγμή να αγαπάς τον άλλο και την επόμενη στιγμή να σταματάς; Μόνο αν μπορούσες να νιώσεις όπως ένιωσα εγώ εκείνη τη νύχτα που μου είπες πως δεν έχεις αισθήματα πλέον για μένα. Ένιωσα την καρδιά μου να γίνεται χίλια κομμάτια από το άτομο που αγαπούσα περισσότερο. Ένιωσα την καταστροφή να έρχεται από την ώρα που σε κοίταξα στα μάτια και εσύ κοίταξες αλλού, κατάλαβα πως κάτι δεν πήγαινε καλά.

«Δεν έχουμε μέλλον, καλύτερα να χωρίσουμε τους δρόμους μας τώρα γιατί πιο μετά θα είναι πιο δύσκολο.»
«Σ’αγαπώ, δεν μπορώ να σε χάσω, δεν μπορεί να είναι αλήθεια.»
«Συγνώμη, εγώ απλά..»
«Δεν μπορώ να σβήσω έτσι απλά ένα κομμάτι του εαυτού μου δεν καταλαβαίνεις..»
«Σε πληγώνω και δεν το αντέχω αυτό.» είπε και έφυγε.

Δεν σε ξέχασα, όχι δεν ξέχασα τίποτα από εμάς, απλά έθαψα τις αναμνήσεις μας σε ένα κλεισμένο κουτί και το κλείδωσα βαθιά μέσα σε ένα χαμένο δωμάτιο του μυαλού μου για να μπορώ να προχωρήσω με τη ζωή μου.

Πιστεύαμε πως όλο αυτό που είχαμε θα άντεχε στο χρόνο, πιστεύαμε πως η αγάπη μας ήταν ανθεκτική στις λύπες και τους τσακωμούς.
Κάναμε λάθος τελικά.